ΜΝΗΜΕΙΑ-1

2020-06-25

Τα Μνημεία, ανεξάρτητα από το μέγεθος, τη θέση, το σχήμα ή την ύλη τους φέρουν μια αύρα της διαχρονίας, της ενότητας και της καθολικότητας. Στις περισσότερες περιπτώσεις συντελούν στον εορτασμό της εθνικής ιστορίας και παρέχουν μια αίσθηση συνέχειας μεταξύ των ιστορικών περιόδων. Η επιτυχία του μνημείου εξαρτάται από την αίσθηση σύνδεσης που δημιουργεί μεταξύ των ανθρώπων και του παρελθόντος, καθώς επεκτείνει τη διάρκεια ζωής της μνήμης πέρα από τη ζωή εκείνων που θυμούνται. Η πράξη της μνήμης και της δημιουργίας χώρων συλλογικής μνήμης, εκφράζει τις θεμελιώδεις ανάγκες των ανθρώπων διαφορετικών πεποιθήσεων και θέσεων, για να αντιμετωπίσουν το κενό μιας απώλειας, ή ενός τραυματικού γεγονότος.[1] Η διαδικασία δημιουργίας μνημείων ή ο επαναπροσδιορισμός τους ως προς την ιδεολογική ερμηνεία που θέλουν να δώσουν οι εκάστοτε πολιτικές ελίτ, αλλά και άλλες κοινωνικές ομάδες διαμορφώνουν την δημόσια μνήμη και τη συλλογική ταυτότητα. Τα μνημεία που κατασκευάστηκαν στο παρελθόν μπορούν να γίνουν στατικά, διαχρονικά και στη συνέχεια να επανέλθουν καθώς χρησιμοποιούνται τελετουργικά ως μέρος ενός θεαματικού ή αναμνηστικού γεγονότος.

Υπάρχουν τρεις διαφορετικοί όροι που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τα μνημεία: «monument», «memorial», «memory space». Μπορεί και οι τρεις όροι να μεταφραστούν ως ένα μνημείο, υπάρχουν όμως συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που τους κάνουν να ξεχωρίζουν. Έτσι ο όρος «monument» μεταφράζεται απλά ως «μνημείο». Με τον όρο «memorial» εννοείται το μνημείο που σχεδιάστηκε για να μνημονεύσει ένα συγκεκριμένο γεγονός ή συνήθως ιστορικό τραύμα. Τέλος ο τρίτος όρος που συναντάμε είναι ο «memory space». Εδώ αναφερόμαστε στη χωρική και αρχιτεκτονική διάσταση του μνημείου, και συνήθως πρόκειται για μνημεία που δημιουργούνται σε δημόσιο χώρο ή σε υπάρχοντες χώρους, που φέρνουν σημαντικές μνήμες για την αντίληψη της πόλης ή μιας περιοχής.[2] Ποια είναι η σχέση της μνήμης με το μνημείο; Διαιωνίζει, άραγε, την ατομική ή καθοδηγείται από τη συλλογική μνήμη; Το μνημείο συνδέεται άρρηκτα με τη διαδικασία της υπενθύμισης; Εφόσον η μνήμη βοηθά στο να συγκρατούμε γεγονότα και εμπειρίες του παρελθόντος, το μνημείο βοηθά στην ανάκληση της μνήμης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο το μνημείο σχηματοποιεί και συντηρεί τη μνήμη. Ουσιαστικά αποτελεί ένα μέσο αφήγησης του παρελθόντος αναδεικνύει ατομικές και συλλογικές μνήμες. Γεγονός είναι πως τα μνημεία τις περισσότερες φορές σχηματοποιούν και επιλέγουν να αναδείξουν μια συγκεκριμένη πτυχή του παρελθόντος που τις περισσότερες φορές αποτελεί την κυρίαρχη επίσημη μνήμη. Αυτή η επιλογή ουσιαστικά επιβάλλεται από τους νικητές των πολέμων, ενώ οι ηττημένοι περιμένουν τη χρονική περίοδο που θα τους δοθεί η δυνατότητα αναδείξεως των δικών τους μνημονικών χώρων. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η ελληνική κοινωνία μετά τον Εμφύλιο δυσκολευόταν να αποδεχτεί αυτό το τραυματικό γεγονός. Επιλέχτηκε από το ελληνικό κράτος που αυτή την περίοδο διοικούνταν από τους νικητές του εμφυλίου να κατασκευάζονται μνημεία που προέβαλαν τις ενοποιητικές στιγμές του παρελθόντος. Επιλέχτηκαν μνημεία που αναδείκνυαν την ιστορική συνέχεια του ελληνικού έθνους και μια μυθολογική διάσταση για τους ηρωικούς αγώνες του ελληνικού λαού δίνοντας μια συμβολική διάσταση στη μνημόνευση. Ερμηνεύοντας αυτή την επιλογή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυτή η μνημόνευση ως η επίσημη δημόσια μνήμη της κρατικής εξουσίας.[3]

Για πάρα πολλά χρονιά, κυρίως μετά το τέλος του Α.Π.Π, τα μνημεία πεσόντων πολέμου έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της επίσημης αντίληψης για την ιστορία και το παρελθόν στο δημόσιο χώρο. Η ανέγερση ενός μνημείου στο δημόσιο χώρο για πάρα πολλά χρόνια ήταν αρμοδιότητα της εκάστοτε εξουσίας, καθώς είχε τη δύναμη να διαχειρίζεται το δημόσιο χώρο προβάλλοντας το ιστορικό αφήγημα που θα είχε ενοποιητική λειτουργία. Τα μνημεία που διαχειρίζονται το ιστορικό παρελθόν του Β.Π.Π και ειδικά τα έντονα και τραυματικά γεγονότα όπως ο Εμφύλιος, επιδίωκαν κατά σειρά τα εξής: α) Την διαμόρφωση συγκεκριμένης εθνικής ταυτότητας. β) Την επιβεβαίωση πολιτικών επιλογών μέσα από μια επιλεκτική και στοχευμένη ερμηνεία του παρελθόντος. γ) Την χειραγώγηση μέσα από συγκεκριμένα και στοχευμένα παραδείγματα και την αποσιώπηση ή αποφυγή άλλων που θα δημιουργούσαν μια διαφορετική προσέγγιση και τέλος δ) Τη διαχείριση μιας απώλειας η τραύματος.[4]


[1]Hristova, Zhivka,«The Collective Memory Of Space», The Architecture Of Remembering And Forgetting ,Ryerson University,2010, σελ,33.

[2]Κλέλια Σίσκα , «ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑ-ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑΣ, Σχεδιάζοντας ταυτότητες στο δημόσιο χώρο»,ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ,Επιβλέπων καθηγητής:Πάνος Δραγώνας
Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πάτρα, 2015 σελ,7-17.

[3]Συραγώ Τσιάρα,«Τοπία της Εθνικής Μνήμης», ιστορίες της Μακεδονίας γραμμένες σε μάρμαρο, Κλειδάριθμος 2004, σελ,16-17.

[4]Βασίλης Δαλκαβούκης« Κτίζοντας τη δημόσια ιστορία στο χώρο»,στο,Αντρέας Ανδρέου,Σπύρος Κακουριώτης, Γιώργος Κόκκινος κ.ά. (επιμ.), Χρήσεις και καταχρήσεις της Ιστορίας. Η δημόσια ιστορία στην Ελλάδα, Επίκεντρο, Αθήνα, 2015, σελ, 116-118.

Παναγιωτάρας Παναγιώτης  - Ιστορικό blog
Διατηρούνται όλα τα δικαιώματα 2020
Υλοποιήθηκε από τη Webnode Cookies
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε